top of page

Ιστοριών Ανάγνωσις

Στον αντίποδα της σύγχρονης, δυτικής κοσμοαντίληψης που θεοποιεί το τυχαίο και εξορίζει τον Θεό από την Ιστορία, το παρόν κείμενο προτείνει μια εναλλακτική ανάγνωση:Μέσα από την πνευματική μας παράδοση, αναζητούμε τον Λόγο πίσω από το Χάος, το νόημα πίσω από το γεγονός. Ένα προσκύνημα σκέψης, μνήμης και πίστης, σε ένα ταξίδι από την πλάνη της τυχαιότητας στην φανέρωση της Αλήθειας.

Συχνά σήμερα ακούμε ιστορικούς να λένε: «Την Ιστορία την κυβερνά το τυχαίο, το απρόοπτο.» Μα η άποψη αυτή, που προέρχεται από τα γνήσια τέκνα της δυτικής σκέψης, δεν θα έπρεπε να μας προξενεί καμία έκπληξη. Γιατί εκείνοι, από την ίδια τη θεώρηση της ύπαρξής τους, πιστεύουν πως όλα ξεκίνησαν από ένα τυχαίο γεγονός — ένα ευτυχές απρόοπτο που, υποτίθεται, γέννησε τη ζωή μέσα από τη μη-ζωή. Αν λοιπόν για εκείνους η ίδια η ζωή είναι προϊόν τύχης, πόσο μάλλον η ιστορία των ανθρώπων που τη διαδέχθηκε. Λένε ακόμη πως το άπειρο τάχα δημιουργήθηκε εκ του μηδενός. Πως, ξαφνικά, σημειώθηκε μια έκρηξη, και μέσα από το τίποτα γεννήθηκε το Σύμπαν. Αν δεχθούμε λοιπόν αυτό το σχήμα, τότε αναπόφευκτα οδηγούμαστε στη θέση ότι το άπειρο δύναται να εμπεριέχεται στο μηδέν — ή και να ταυτίζεται με αυτό. Δηλαδή, στο έσχατο όριο αυτής της σκέψης, οδηγούμαστε στην εξίσωση: άπειρο = μηδέν. Πώς όμως μπορεί να σταθεί μια τέτοια λογική; Αν το μηδέν ισούται με το άπειρο, τότε ποτέ δεν υπήρξε πραγματικά το μηδέν, αλλά υπήρξε μόνο το άπειρο. Κι αν το άπειρο ισούται με το μηδέν, τότε όλα είναι ανύπαρκτα — αυταπάτες μέσα σε ένα απόλυτο τίποτα. Ο καθένας, ας επιλέξει ποια από τις δύο προσεγγίσεις τον εκφράζει και ας πορευτεί αναλόγως. Σε αυτή την παράδοξη και λογικά σαθρή θέση έχει στραφεί η Δύση, οικοδομώντας ολόκληρο το φιλοσοφικό και επιστημονικό της υπόβαθρο πάνω σε ένα αστήρικτο λογικό άλμα. Ένα άλμα, η μάλλον πολλά διαδοχικά λογικά άλματα,  που δεν αντέχουν στον έλεγχο ούτε του πιο απλού αλλά λογικού νου. Και όταν τους ρωτάς εκ νέου: πώς δημιουργήθηκε το Σύμπαν εκ του μηδενός; Πώς γεννήθηκε η ζωή από την ανυπαρξία ζωής; Πώς αναδύθηκε ο λόγος μέσα από την αλογία; Πώς, μέσα στο Χάος της τυχαιότητας, παρατηρείται τόση αρμονία και ευταξία — στο Σύμπαν, στη φύση, στον ανθρώπινο οργανισμό; Όλα αυτά, λένε, έγιναν τυχαία. Μα μπορεί η τελειότητα να είναι καρπός τυχαίων γεγονότων; Βλέπεις λοιπόν; Όταν το Χάος και το Τυχαίο αναγορεύονται σε κεντρικούς, θεμελιώδεις, άξονες της δυτικής σκέψης, δεν μένει πλέον χώρος για λογική αναζήτηση και εξερεύνηση ή φανέρωση της αλήθειας. Αυτοί οι άνθρωποι μοιάζουν με τους πνευματικά τυφλούς που περιφέρονται χωρίς κατεύθυνση, αναζητώντας έναν χαμένο προορισμό μέσα σε ένα ομιχλώδες τοπίο. Ένα τοπίο στο οποίο οι ίδιοι επέλεξαν να μπουν και από το οποίο αρνούνται πεισματικά να εξέλθουν. Μα ας μην επιμείνουμε άλλο στους πλανημένους της εποχής μας, αλλά ας στραφούμε προς εμάς και την παράδοση μας.

Εμείς οι Έλληνες, διαχρονικά, ποτέ δεν αποφύγαμε αυτό το μέγα ερώτημα. Αντιθέτως, σταθήκαμε ενώπιόν του με καθαρότητα και λάβαμε θέση σταθερή και αμετάκλητη. Από τη βαθιά αρχαιότητα έως τις ημέρες μας — τόσο πριν από την Έλευση του Θεανθρώπου όσο και μετά — ο πολιτισμός μας συντάχθηκε με την αλήθεια ότι δηλαδή το μηδέν δεν υπήρξε ποτέ, ούτε πρόκειται να υπάρξει. Ο άπειρος και άναρχος Θεός δημιούργησε έναν πεπερασμένο κόσμο, και μέσα σε αυτή τη δημιουργική πράξη δεν υπάρχει κανένα λογικό άλμα. Αντιθέτως, αναδύεται η απόλυτη συνέπεια, η τάξη και η αρμονία. Έτσι, λοιπόν, δημιούργησε ο Θεός τα πάντα με την παντοδυναμία Του, φέρνοντάς τα όλα από το μηδέν στην ύπαρξη. Από την αρχή Εκείνος τα συγκρατεί, τα συνενώνει και χαράζει τα όριά τους. Εκείνος συνδέει με την Πρόνοιά Του το ένα με το άλλο — τα νοητά αλλά και τα αισθητά, τα ουράνια αλλά και τα γήινα, τα πνευματικά αλλά και τα κοσμικά, τα αόρατα αλλά και τα ορατά — και τελικά τα συνδέει όλα με τον Εαυτό Του, κρατώντας τα όλα μαζί γύρω από Εκείνον που είναι η Αρχή και το Τέλος. Και ενώ τα επιμέρους δημιουργήματα μοιάζουν, από τη φύση τους, διακριτά και απομονωμένα, ο Θεός τα ενώνει μέσα σε μια μυστική αλλά άρρηκτη συνοχή, βασισμένη στην εσωτερική τους τάση προς Εκείνον. Αυτή η σχέση γίνεται η θεμελιώδης αρχή που φέρνει την αρμονία, την ενότητα της κίνησης και της ύπαρξης, όχι τυχαία, αλλά με σκοπό και νόημα. Ένα Σκοπό που αποκλείει την κατάλυση, τη σύγχυση και την τυχαιότητα. Ο Θεός, λοιπόν, είναι Εκείνος που συγκροτεί την αμορφία σε κόσμο, και εντός αυτού, όλα τελικά πραγματοποιούνται κατά το θέλημά Του, από τα μικρότερα μέχρι και τα μεγαλύτερα. Στη δική μας παράδοση λοιπόν, δεν βρίσκει καμία θέση η ρήση «την Ιστορία την οδηγεί το τυχαίο». Αντίθετα, κυριαρχεί η βαθιά ριζωμένη αλήθεια: «την Ιστορία την οδηγεί η Πρόνοια του Θεού». Πρόνοια που υπερβαίνει ακόμη και την ελευθέρως ασκούμενη βούληση των ανθρώπων. Τίποτε, λοιπόν, δεν είναι τυχαίο. Ο Θεός είναι ο Δημιουργός του Κόσμου, της Φύσης και του Ανθρώπου, και η ευταξία που παρατηρούμε παντού, από τα αστέρια μέχρι τα κύτταρα, αποτελεί απτή απόδειξη της Σοφίας και της Δυνάμεως Του. Γι’ αυτό και όλα, από τα μέγιστα ως τα ελάχιστα, εντάσσονται αρμονικά στο θείο Του Σχέδιο και αποκτούν, τελικά, μοναδική και ουσιώδη σκοπιμότητα. Ακόμα και πριν από την Έλευση του Κυρίου, οι Έλληνες είχαν διαισθανθεί αυτή τη μυστική, θεϊκή και άρρηκτη συνοχή που διαπερνά τα πάντα και την ονόμασαν Λόγο. Αυτόν τον Λόγο αναζητούσαν διακαώς μέσα στις φιλοσοφικές τους περιπλανήσεις, επιχειρώντας να ερμηνεύσουν τη δομή και το νόημα του κόσμου. Όλα όμως βρήκαν τη θέση τους, όταν οι Έλληνες γνώρισαν πλέον τον Λόγο όχι ως αφηρημένη αρχή, αλλά ως Πρόσωπο, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Και για τον λόγο αυτόν, στάθηκαν πρώτοι μπροστά Του, Τον αναγνώρισαν και Τον δόξασαν, όπως άλλωστε ο Ίδιος είχε προαναγγείλει.

 

Μέσα σε έναν τέτοιον κόσμο λοιπόν, πραγματικά κόσμημα Δημιουργίας, όπου όλα έχουν επιμεληθεί με τέτοια φροντίδα και προσήλωση στη λεπτομέρεια, πώς θα μπορούσε ποτέ ο Δημιουργός να αφήσει τα παιδιά Του στην τύχη τους, μετά τη Δημιουργία; Υπάρχει, αλήθεια, τέτοιος Πατέρας; Και μάλιστα όταν ο Πατέρας Δημιουργός είναι ο Ίδιος η Αγάπη, με διάθεση προσφοράς, ακόμη και θυσίας για τα παιδιά Του; Όχι. Όχι μόνο σε θεωρητικό επίπεδο, αλλά έμπρακτα και τελεσίδικα. Θυμηθείτε: ο Πατέρας δεν έστειλε τον Μονογενή Του Υιό να θυσιαστεί για χάρη των υπολοίπων παιδιών Του; (Ιωάννης 3:16). Είναι ποτέ δυνατόν ένας αδιάφορος, τάχα, πατέρας να επιτελέσει πράξη τόσο βαθιά και συγκλονιστικά θυσιαστική για το δημιούργημά Του; Μα δεν τα γνωρίζουμε ήδη όλα αυτά, τόσο από τα λόγια του Κυρίου όσο και από τη μαρτυρία όλων εκείνων που Τον ακολούθησαν ανά τους αιώνες; Ο Χριστός μάς διαβεβαίωσε: «Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε, ούτε για το σώμα σας τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο; Κοιτάξτε τα πετεινά του ουρανού, που δεν σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, και όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει. Δεν αξίζετε εσείς πολύ περισσότερο από αυτά;» (Ματθαίος 6:25–26). Και αλλού, στην παραβολή του χαμένου προβάτου ο Ιησούς μας παρουσιάζει τον καλό ποιμένα που αφήνει τα ενενήντα εννέα πρόβατα για να βρει το ένα που χάθηκε, δείχνοντας έτσι ακόμα μια φορά την προσωπική φροντίδα του Θεού για κάθε άτομο (Λουκάς 15:4–7). Αλλά και αλλού ο Κύριος δε μας αναφέρει: «Ένα  ζευγάρι σπουργίτια δεν πουλιέται για ένα μόνο ασσάριο; Και όμως, ούτε ένα από αυτά δεν πέφτει στη γη χωρίς το θέλημα του Πατέρα σας. Όσο για εσάς, ο Θεός έχει μετρημένες ακόμα και τις τρίχες της κεφαλής σας. Μην φοβάστε (αγχώνεστε) λοιπόν, γιατί εσείς αξίζετε περισσότερο από πολλά σπυργίτια.» (Ματθαίος 10:29–30).

Ο Θεός λοιπόν, ασχολείται καθημερινά ακόμη και με τα πιο φαινομενικά ασήμαντα της ζωής του καθενός από εμάς. Και δεν περιορίζεται μόνο στα εξωτερικά γεγονότα της ύπαρξής μας. Με την ίδια σπουδή στη λεπτομέρεια, γνωρίζει τα κρύφια της ύπαρξής μας, τις σκέψεις μας, τα αισθήματά μας, ακόμη και τα πιο λεπτά σκιρτήματα της ψυχής μας (βλ. Ψαλμός 138:1–2, αλλά και Ιωάννης 2:24–25). Αν λοιπόν Εκείνος ασχολείται τόσο στοργικά με όσα για εμάς μπορεί να μοιάζουν μικρά, ασήμαντα ή και αόρατα, δεν είναι αυτονόητο ότι ενδιαφέρεται ακόμη περισσότερο για τα μεγάλα και τα κρίσιμα, όπως είναι η ιστορία των λαών και των κοινωνιών; Ας το ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, μια για πάντα: τίποτα δεν συμβαίνει τυχαία, ούτε στην προσωπική μας πορεία, ούτε στη συλλογική μας διαδρομή ως έθνος, ως πολιτισμός, ως ανθρωπότητα. Κάθε γεγονός εντάσσεται μέσα στο Σχέδιο του Θεού, άλλοτε φανερά κι άλλοτε μυστηριακά. Και αφού αυτή η αλήθεια πλέον έχει τεθεί ως θεμέλιο, μπορούμε τώρα να προχωρήσουμε στο επόμενο μεγάλο ζήτημα που μας απασχολεί σχετικά με την ανάγνωση της Ιστορίας στις μέρες μας.

Έχοντας πλέον ως θεμέλιο τη βεβαιότητα ότι τίποτε δεν είναι τυχαίο, ας θέσουμε το επόμενο ερώτημα: τι μπορούμε να πούμε για την ιστορία που μας δίδαξαν όλα αυτά τα χρόνια, μέσα από το πρίσμα της στρεβλής δυτικής οπτικής; Καταρχάς, ας είμαστε δίκαιοι: η αναζήτηση και η όσο το δυνατόν αντικειμενική καταγραφή των ιστορικών γεγονότων είναι απολύτως απαραίτητη, και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως η δυτική προσέγγιση έχει επιτύχει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως, το πραγματικό πρόβλημα δεν βρίσκεται στην εξιστόρηση των γεγονότων, αλλά στον τρόπο που αυτά ερμηνεύονται, αναλύονται και μεταφράζονται σε νοήματα. Διότι, όταν εξορίζεις τον Θεό από την εξίσωση της Ιστορίας, αφαιρείς τον σημαντικότερο συντελεστή από την εξέλιξη των πραγμάτων. Και έτσι, η ματιά σου μένει περιορισμένη, αδύναμη να εντοπίσει τις βαθύτερες αιτίες και τις ουσιαστικές συνέπειες των γεγονότων.Και για να γίνει κατανοητό τι ακριβώς χάνουμε όταν αφαιρούμε τον Θεό από την Ιστορία, ας το δούμε μέσα από την προσωπική μας εμπειρία. Όσοι από εμάς έχουν πνευματική ζωή, εν Χριστώ, γνωρίζουν καλά πως, τις περισσότερες φορές — όχι πάντα, αλλά συχνά — τα εξωτερικά, κοσμικά γεγονότα της ζωής μας ακολουθούν και αντανακλούν την πνευματική μας κατάσταση. Με άλλα λόγια, η εσωτερική, πνευματική μας πορεία, το αόρατο μέρος, προηγείται και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τα γεγονότα της ζωής μας που μας συμβαίνουν καθημερινά, το ορατό μέρος. Πρόκειται για έναν άγραφο πνευματικό νόμο, πως τα πνευματικά και τα ουράνια προηγούνται των κοσμικών και γήινων γεγονότων

. Και εφόσον κάτι τέτοιο ισχύει σε προσωπικό επίπεδο, δεν είναι προφανές ότι θα ισχύει και σε συλλογικό; Όπως ένας άνθρωπος θερίζει στη ζωή του ανάλογα με την πνευματική του σπορά, έτσι και οι κοινωνίες και τα έθνη θερίζουν την ιστορική τους πορεία ανάλογα με την πνευματική τους σπορά και κατάσταση. Όταν, λοιπόν, αναλύουμε την Ιστορία και παραβλέπουμε αυτόν τον θεμελιώδη πνευματικό άξονα, που στην ουσία οδηγεί τα ιστορικά γεγονότα, είναι σαν να κοιτάζουμε μια ζωγραφιά μόνο από τη μία της πλευρά, εστιάζωντας στα χρώματα και τις περιπλανήσεις τους πάνω στον άγραφο καμβά, αγνοώντας τη συνολική εικόνα, το μύνημα και την σκοπιμότητα της. 

Και πράγματι, η Ιστορία το μαρτυρεί: όταν η πνευματική κατάσταση των ανθρώπων βυθίζεται σε λήθη, αλαζονεία ή αποστασία, τότε επέρχονται γεγονότα που, αν και οδυνηρά, λειτουργούν ως θείες παιδαγωγίες. Δεν είναι λίγες οι φορές που η απώλεια της πνευματικής ταυτότητας ενός λαού προηγήθηκε της κοσμικής του κατάρρευσης. Η ιστορία του Ισραήλ είναι γεμάτη από τέτοιες περιπτώσεις: όταν ο λαός απομακρυνόταν από τον Θεό, έρχονταν μία καταστροφή, όπως η Βαβυλώνια αιχμαλωσία, που στόχο είχαν όχι την τιμωρία, αλλά την επιστροφή. Ακόμα και η τεσσαρακονταετής περιπλάνηση στο Σινά δεν υπήρξε απλώς μία καθυστέρηση, αλλά απαραίτητο στάδιο καθαρμού και προετοιμασίας για τη γη της Επαγγελίας. Το ίδιο πνευματικό μοτίβο εμφανίζεται και στην ιστορία του Ελληνισμού. Η Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως το 1453 υπήρξε τραγωδία ιστορική, αλλά ταυτόχρονα λειτούργησε ως καταλυτικός σταθμός στη σωτηρία της πνευματικής ταυτότητας του γένους. Η Ορθοδοξία, αν και καταδιωγμένη, δεν χάθηκε, αντιθέτως, διασώθηκε μέσα από την αιχμαλωσία και διασπάρθηκε στους λαούς που την είχαν διψάσει. Ας μην λησμονούμε ότι λίγο πριν από την Άλωση, η πνευματική πορεία της αυτοκρατορίας είχε εκτραπεί επικίνδυνα: οι πολιτικές ηγεσίες είχαν οδηγηθεί στη λεγόμενη "Ένωση των Εκκλησιών", αποδεχόμενες την παπική πρωτοκαθεδρία, με αποτέλεσμα τον ακρωτηριασμό της ορθόδοξης πίστης και τον κίνδυνο της πλήρους υποταγής στο πνεύμα της πλάνης. Αν αυτή η «ένωση» επικρατούσε ουσιαστικά, η Ορθοδοξία θα είχε εκλείψει και μαζί της η διαρκής αγιοπνευματική αναζωογόνηση του κόσμου. Μπροστά σε μια τέτοια πνευματική καταστροφή, η κοσμική καταστροφή, όσο σκληρή κι αν υπήρξε, λειτούργησε ως φραγμός, ως ανάσχεση, ως έσχατη παρέμβαση της θείας Πρόνοιας. Ανάλογο παράδειγμα αποτελεί και η αραβική κατάκτηση του 7ου αιώνα. Οι ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας είχαν ήδη παραδοθεί σχεδόν καθολικά στη μονοφυσιτική πλάνη, και η πνευματική αλλοίωση απλωνόταν με ραγδαία ταχύτητα, απειλώντας ακόμη και την καρδιά της Πόλης και του Ελληνισμού. Η κατάκτηση αυτών των περιοχών από τους Άραβες και η απώλεια του ενός τρίτου των εδαφών της Αυτοκρατορίας, αν και σκληρή, λειτούργησε σαν ένα είδος θείας «χειρουργικής επέμβασης», αποκόπτοντας το νοσούν τμήμα για να διαφυλαχθεί το ορθόδοξο σώμα. Δεν ήταν λοιπόν μόνο πολιτική ή στρατιωτική ήττα, ήταν η θεία οικονομία που, με τρόπο μυστικό αλλά ουσιαστικό, προστάτευσε την Εκκλησία από την πνευματική της αλλοίωση.

Αυτός ο ίδιος θεϊκός σχεδιασμός, η «οικονομία του Θεού», δεν ενεργείται όμως μόνο σε στιγμές κινδύνου,  ενεργείται και σε περιόδους προετοιμασίας, όταν ο Θεός εργάζεται διαχρονικά και υπομονετικά στην ωρίμανση του κόσμου για τα μεγάλα Του γεγονότα. Τέτοια υπήρξε και η προπαρασκευή του κόσμου για τον Ερχομό του Χριστού. Η ελληνιστική εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ήδη προφητευμένη από την Παλαιά Διαθήκη (Δανιήλ: 7,8), ένωσε τον τότε γνωστό κόσμο, γκρέμισε πολιτισμικά σύνορα και κατέστησε την ελληνική γλώσσα παγκόσμιο φορέα σκέψης και πνευματικότητας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο δρόμος για τη διάδοση του Ευαγγελίου άνοιξε, όχι τυχαία, αλλά βάσει σχεδίου. Η ελληνική γλώσσα έγινε το κοινό σκεύος, το πολιτισμικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο στάθηκε ο θείος λόγος. Και δεν είναι χωρίς σημασία ότι τα Ευαγγέλια, οι Επιστολές και ολόκληρη η Καινή Διαθήκη γράφτηκαν στα ελληνικά, όχι απλώς για πρακτικούς λόγους, αλλά επειδή το ίδιο το σχέδιο της Θείας Πρόνοιας το είχε ήδη προβλέψει και εργαστεί αιώνες πριν.  Η Εκκλησία, ήδη από τα πρώτα της βήματα, περπάτησε μέσα σε έναν κόσμο ελληνιστικό, ένα κόσμο που είχε ενιαία γλώσσα, ενιαία φιλοσοφική παιδεία, και έναν πνευματικό πόθο που προετοίμαζε τις ψυχές. Οι φιλόσοφοι είχαν ήδη μιλήσει για τον Λόγο, οι τραγωδοί για τη λύτρωση, και οι πιο καθαρές ψυχές του κόσμου περίμεναν από καιρό κάτι το υπερβατικό. Δεν είναι τυχαίο που οι Έλληνες αναγνώρισαν τον Χριστό όταν ήρθαν σε Εκείνον. «Θέλομεν τον Ιησούν ιδείν», είπαν στους αποστόλους (Ιω. 12:21). Ο κόσμος, υπό την ελληνική επίδραση, ήταν έτοιμος, το χώμα είχε σκαφτεί, και τα ουράνια ρήμματα ήταν έτοιμα να σπαρθούν. Ολόκληρη λοιπόν η προπαρασκευή της ιστορίας, από την επικράτηση της ελληνικής γλώσσας, μέχρι την πολιτική ενοποίηση υπό τη ρωμαϊκή ειρήνη, ήταν στοιχεία θείας οικονομίας. Ο Κύριος ήλθε «ὅτε ἦλθεν τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλ. 4:4), και το πλήρωμα αυτό δεν ήταν μόνο χρονολογικό. Ήταν πνευματικό, πολιτισμικό, γλωσσικό, ψυχολογικό. Ήταν ο καρπός μιας μακράς αναμονής, όπου οι δρόμοι του κόσμου έπρεπε να ισιώσουν για να περάσει ο Βασιλεύς της Δόξης.

Άλλες φορές ακόμα και οι ίδιες οι φυσικές δυνάμεις γίνονται εργαλεία της θείας Πρόνοιας. Ο Θεός, ο οποίος συνέχει τα σύμπαντα, δεν είναι απλώς δημιουργός της φύσης, αλλά και Κύριός της και όποτε το θέλει, την επιστρατεύει για να εκτελεσθεί το άγιο θέλημά Του.

Ήδη από τις απαρχές της Ιστορίας βλέπουμε την παρουσία Του να εκδηλώνεται μέσω των στοιχείων της φύσης. Ο κατακλυσμός κατά τις ημέρες του Νώε (Γεν. 6-9) δεν υπήρξε ένα απλό φυσικό φαινόμενο, ήταν θεία επέμβαση που στόχευε στην κάθαρση της δημιουργίας από τη βαθιά ηθική και πνευματική διαστροφή. Η καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων (Γεν. 19), με φωτιά να κατέρχεται από τον ουρανό, λειτούργησε ως ένα προειδοποιητικό και διαχρονικό σάλπισμα για κάθε κοινωνία που βαδίζει τον ίδιο δρόμο ανομίας.

Αλλά και σε στιγμές σωτηρίας του λαού του Θεού, η φύση έχει λειτουργήσει ως όργανο της θείας βοήθειας. Ο Θεός σταμάτησε τον ήλιο για τον Ιησού του Ναυή ώστε να ολοκληρώσει την νίκη Του (Ιησ. Ναυή 10:13). Στον Προφήτη Ηλία, κοράκια έφερναν την τροφή του στην έρημο (Γ' Βασ. 17:6). Και στις Πράξεις των Αποστόλων, ένας σεισμός άνοιξε τις πόρτες της φυλακής για να ελευθερωθούν ο Παύλος και ο Σίλας (Πράξ. 16:26). Ανάλογη παρέμβαση της φύσεως υπήρξε και στην ιστορία της Ρωμανίας;  Κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης θαλάσσιας πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως από τον αραβικό στόλο, όταν σημειώθηκε ισχυρή ηφαιστειακή έκρηξη στη Σαντορίνη, η οποία προκάλεσε τσουνάμι που κατέστρεψε μεγάλο μέρος του εχθρικού ναυτικού. Η Πόλη τότε σώθηκε από τη βέβαιη άλωση, όχι με το στρατό, αλλά με τα κύματα. Το ίδιο ακριβώς που συνέβη εξάλλου και έναν αιώνα αργότερα όταν τα κύμματα κατάπιαν τα πλοιάρια των Ρως κατά τη διάρκεια μιας απρόσμενης πολιορκίας.  Τι άλλο ήταν αυτό, παρά η θεία πρόνοια εκδηλωμένη μέσα από την ίδια τη φύση; Ο Θεός δεν είναι απών από την κτίση, ούτε τα φυσικά φαινόμενα είναι αυθύπαρκτα και ανεξέλεγκτα. Ο Κύριος, όταν το κρίνει αναγκαίο, «σηκώνει» τα στοιχεία του κόσμου, όπως άλλοτε τον άνεμο και τη θάλασσα της Γαλιλαίας (Μάρκος 4:39), για να οδηγήσει τον κόσμο Του όχι στην καταστροφή, αλλά στη μετάνοια και τη σωτηρία.

Το ίδιο όμως ισχύει και για την κοσμική εξουσία. Διότι όταν ο βασιλέας, που εκπροσωπεί επάξια τον λαό του, παραδίδει τον εαυτό του και τη βασιλεία του στο θέλημα του Πατρός, τότε αποκτά σύμμαχο ανίκητο. Εκείνον που αναλαμβάνει και προνοεί πλέον για όλα τα γεγονότα, τα μεγάλα και τα μικρά, υψώνοντας αόρατο τείχος προστασίας μπροστά σε κάθε «απροσδόκητο» κίνδυνο. Ένα τέτοιο πρόσωπο υπήρξε ο Μωυσής. Όταν, υπακούοντας στη φωνή του Θεού, ανέλαβε την ηγεσία του λαού Του, έγινε το όργανο της θείας πρόνοιας. Μέσω αυτού, ο Κύριος έπραξε σημεία μεγάλα: χώρισε τη θάλασσα, έριξε το μάννα από τον ουρανό, έφερε νερό από την πέτρα. Και ο λαός, μέσα από την υπακοή στον ηγέτη του, οδηγήθηκε στην Επαγγελία. Αλλά και στον Νέο Ισραήλ, την Εκκλησία, ένας νέος Μωυσής αναδείχθηκε: ο Μέγας Κωνσταντίνος. Αφού είδε το όραμα του Σταυρού, ενεπιστεύθη τον εαυτό του στο θέλημα του Χριστού και έτσι έγινε ο προστάτης του λαού του Θεού. Με σημεία επίσης θαυμαστά, το φως στον ουρανό με το σημείο του Σταυρού, τη νίκη ενάντια σε υπέρτερους στρατούς, την αταλάντευτη πίστη του, οδήγησε τον λαό από τις κατακόμβες στην ελευθερία, από τον διωγμό στην αναγνώριση, από τα βασανιστήρια στη λύτρωση και από το περιθώριο της κοσμικής ιστορίας στην καρδιά της αυτοκρατορίας. Ο Κωνσταντίνος δεν νίκησε απλώς τους εχθρούς του, αλλά οδήγησε τον λαό του Θεού στη νέα Έξοδο, προς τη νέα Γη της επί του κόσμου Επαγγελίας και τη θεμελίωση ενός νέου, χριστιανικού πλέον κόσμου κατά τον τύπο Βασιλείας των Ουρανών που άντεξε για χίλια χρόνια.

Και δεν ήταν μόνο ο Κωνσταντίνος. Σε μεταγενέστερους καιρούς, ανεδειχθησαν και άλλοι άνδρες ή γυναίκες, που πορεύθηκαν όχι με εγωισμό και αυταρχισμό, αλλά με φόβο Θεού και πνευματική καθαρότητα. Ένας από αυτούς υπήρξε ο ευσεβής αυτοκράτορας Ιωάννης Βατάτζης, ο Ελεήμων Βασιλεύς, όπως τον ονόμασε ο λαός του. Η εποχή του ήταν σκληρή: η λαμπρά Βασιλεύουσα είχε πέσει στα χέρια των Δυτικών, και η Ρωμανία είχε διαμελιστεί σε πλήθος δεσποτάτων και κρατιδίων, τα περισσότερα υποδουλωμένα είτε στη φραγκική είτε στην τουρκική λαίλαπα. Η άλλοτε ενιαία αυτοκρατορία έμοιαζε με καθρέφτη που έπεσε με πάταγο και έσπασε σε χίλια κομμάτια τον Απρίλιο του 1204. Κι όμως, μέσα από τα θραύσματα, ένα απ’ αυτά φωτίστηκε ιδιαίτερα: η Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ήταν ευλογημένη αυτή η εστία, όχι μόνο πολιτικά ή στρατιωτικά, αλλά βαθιά πνευματικά. Διότι η ευσεβής δυναστεία των Λασκάρεων, στην οποία ανήκε και ο Ιωάννης Βατάτζης, παρέλαβε τα ιερά ερείπια του Γένους και τα υπερασπίστηκε όχι μόνο με το ξίφος, αλλά κυρίως με την προσευχή, την ταπείνωση και την ευσέβεια. Η Νίκαια, χάρη στην πίστη αυτού του βασιλέως, έγινε κυματοθραύστης της δυτικής πλάνης και της ανατολικής απειλής.Δεν διατήρησε απλώς την αυτοκρατορία ζωντανή, αλλά την ενίσχυσε, οικονομικά, στρατιωτικά και γεωπολιτικά, θέτοντας τα θεμέλια για την ανάκτηση της Πόλεως, με θαυμαστό τρόπο, λίγες δεκαετίες αργότερα. Ο Βατάτζης διοίκησε με δικαιοσύνη, ταπείνωση και ελεημοσύνη. Θεωρούσε τη βασιλεία του όχι ως τιμή, και εξουσία αλλά ως ευκαιρία προσφοράς προς τον Θεό και διακονίας προς τον λαό Του. Η Εκκλησία τελικά τον τίμησε ως άγιο, όχι απλώς λόγω των έργων του, αλλά διότι μετά την κοίμησή του, η θεία Πρόνοια επικύρωσε τη ζωή του με σημεία: η σορός του βρέθηκε άφθαρτη και από τον τάφο του επιτελέστηκαν θεραπείες και θαύματα. Ο λαός τον αισθανόταν σαν πατέρα, οι πτωχοί τον ευλογούσαν, οι πνευματικοί τον στήριζαν, και η Ιστορία τον αναγνώρισε ως έναν από τους μεγάλους «άρχοντες κατά Θεόν». Ο Ιωάννης μας δίδαξε με το παράδειγμα του ότι όταν η κοσμική εξουσία δεν αυθαιρετεί αλλά προσφέρεται, όταν ο βασιλέας δεν εξουσιάζει αλλά ευλογεί και διακονεί, τότε και ο Θεός συναινεί και συμπαραστέκεται.

Και επειδή ο Θεός δεν ενεργεί μόνο μέσω των δικών Του, αλλά εργάζεται και μέσω των απροσδόκητων, ακόμη και των φαινομενικά «εχθρικών» λαών, τότε — επί της βασιλείας αυτού του ευσεβούς βασιλέως — έγινε κάτι που ελάχιστοι ανέμεναν: η Χρυσή Ορδή των Μογγόλων, αυτοκρατορία τρομερή και απρόβλεπτη, εισέβαλε το 1243 στα εδάφη της Ανατολής και με μία κεραυνοβόλα επιδρομή συνέτριψε οριστικά το κράτος των Σελτζούκων. Έτσι, η ανατολική πίεση που για δεκαετίες απειλούσε τον Ελληνισμό, υποχώρησε απότομα, προσφέροντας μία θεόσδοτη ανάσα στους Έλληνες της Μικράς Ασίας. Γιατί το Θείο Σχέδιο προχωρά με τρόπους που ξεπερνούν τον ανθρώπινο λογισμό, και συχνά, εκεί που οι άνθρωποι βλέπουν καταστροφή, ο Θεός ήδη υφαίνει τη σωτηρία του λαού του.

Όμως η θεία Πρόνοια δεν περιορίζεται μόνο στους ηγεμόνες. Όπως είδαμε, η στάση του κάθε ανθρώπου και ακόμη περισσότερο ενός λαού ολόκληρου, μπορεί να επηρεάσει βαθύτατα τη ροή της Ιστορίας. Γιατί υπάρχουν στιγμές όπου η δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, όταν στραφεί ολοκληρωτικά προς τον Θεό, είναι ικανή να μετακινήσει ακόμη και τα πιο φαινομενικά αμετάκλητα γεγονότα. Η μετάνοια, όταν είναι ειλικρινής και βαθιά, μπορεί να αλλάξει την ίδια τη ροή της θείας οικονομίας, όχι επειδή αλλάζει ο Θεός, αλλά επειδή αλλάζει η θέση του ανθρώπου απέναντί Του. Ένα από τα πιο συγκλονιστικά παραδείγματα αυτής της αλήθειας είναι η ιστορία του Ιωνά και της Νινευή. Ο Θεός, βλέποντας τη μεγάλη συσσωρευμένη αμαρτία αυτής της πόλης, προειδοποίησε για την καταστροφή της. Έστειλε εκεί τον απεσταλμένο του, τον προφήτη Ιωνά ο οποίος τους ενημέρωσε στο όνομα του Θεού: «Ακόμη σαράντα ημέρες και η Νινευή θα καταστραφεί». Κι όμως, η φαινομενικά αναπότρεπτη κρίση ανατράπηκε. Ο βασιλιάς και ο λαός της Νινευή πίστεψαν στα λόγια του Ιωνά, κήρυξαν αυστηρή νηστεία, ενεδύθηκαν πενθιμα ρούχα, μετανόησαν ειλικρινώς και προσευχήθηκαν με δάκρυα για τη σωτηρία τους. Και τότε συνέβη κάτι συγκλονιστικό: «Ο Θεός είδε τα έργα τους, ότι δηλαδή άλλαξαν πορεία και εγκατέλειψαν την κακία τους. Και τότε μεταμελήθηκε για την καταστροφή που είχε πει ότι θα τους φέρει, και δεν την επέφερε.» (Ιωνάς 3:10). Η προφητεία δεν επαληθεύτηκε, όχι γιατί ήταν ψεύτικη, αλλά γιατί η μετάνοια την κατέστησε περιττή. Έτσι ενεργεί η αγάπη του Θεού: δεν επιμένει στην νουθεσία, αλλά χαίρεται στη σωτηρία. Και όταν ο Ιωνάς τελικά αγανάκτησε επειδή ήθελε να δει την κρίση να πραγματοποιείται στην αμαρτωλή αυτή πόλη που τόσα δεινά είχε φέρει στους Ιουδαίους αλλά κα σε άλλους λαούς, ο Θεός του απάντησε με στοργή: «Κι εγώ να μη λυπηθώ τη Νινευή; Τη μεγάλη αυτή πόλη, στην οποία ζουν πάνω από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνθρωποι, που δεν ξεχωρίζουν το σωστό από το λάθος;» (Ιωνάς 4:11). Η στάση των κατοίκων της Νινευή γίνεται διαχρονικό υπόδειγμα: το μέλλον δεν είναι μοιραίο, ούτε αυστηρά προδιαγεγραμμε΄νο. Ο άνθρωπος δεν είναι ανίσχυρος μπροστά στην Ιστορία, όταν στέκεται ενώπιον του Θεού με καθαρή καρδιά. Ο Θεός είναι Πατέρας και μπροστά στην ειλικρινή μετάνοια του παιδιού του, η κρίση υποχωρεί και η ευλογία του επιστρέφει.

Οι πνευματικοί νόμοι και διαδικασίες που ενδεικτικά αναφέραμε προηγουμένως, δεν συμβαίνουν σε ένα μόνο επίπεδο. Συμβαίνουν πολυεπίπεδα, ταυτόχρονα και μυστικά, γιατί τόσο βαθιά και τόσο θαυμαστή είναι η Σοφία του Θεού. Και είναι σύνηθες, για όποιον έχει πνευματικά μάτια, να βλέπει μέσα από τα γήινα και ορατά γεγονότα να ξεπροβάλλουν σκιές, προεικονίσεις, προβολές μελλοντικών, αοράτων και υπερβατικών γεγονότων. Γιατί η Ιστορία του Θεού με τον άνθρωπο είναι μία συνεχής αποκάλυψη, και κάθε γεγονός, όσο μικρό κι αν φαίνεται, μπορεί να ενσωματώνει ένα μυστήριο σωτηρίας. Η Έξοδος του Μωυσή δεν αφορά μόνο μια μετακίνηση λαού στην επίγεια γη της Επαγγελίας, είναι η προτύπωση της Νίκης επί του θανάτου και της εξόδου της ανθρώπινης φύσεως από τα δεσμά του Άδου. Το μάνα εξ ουρανού δεν είναι μόνο τροφή σε μια έρημο, αλλά προεικόνιση της Θείας Ευχαριστίας, του Άρτου της Ζωής που κατέρχεται καθημερινά και τρέφει την διψασμένη ψυχή. Η προετοιμασία της θυσίας του Ισαάκ από τον Αβραάμ, αν και τελικώς δεν πραγματοποιήθηκε, είναι τύπος του Πατέρα που προσφέρει τον Υιό Του. Και η σύνδεση γίνεται συγκλονιστικά κυριολεκτική όταν σκεφτεί κανείς ότι και τα δύο αυτά γεγονότα συνέβησαν στον ίδιο τόπο: τον λόφο του Μορία, γνωστό στους αιώνες που ακολούθησαν ως Γολγοθά. Σύμπτωση; Όχι. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Αυτό ήταν το Σχέδιο του Θεού. Και το γεγονός αυτό ενισχύεται ακόμη περισσότερο από μια πανάρχαια ιουδαϊκή παράδοση, σύμφωνα με την οποία στον τόπο αυτό είχε καταλήξει το κρανίο του Αδάμ μετά τον Κατακλυσμό, γι’ αυτό και είχε ονομαστεί Κρανίου Τόπος. Εκεί, λοιπόν, όπου βρισκόταν ο πρώτος Αδάμ, θυσιάστηκε ο Νέος Αδάμ, και το Άγιο Αίμα Του έρευσε και ζωογόνησε τα οστά του πρώτου ανθρώπου. Το σώμα στο οποίο πρωτοεβασίλευσε ο θάνατος, ήταν το πρώτο που αναζωογονήθηκε από την πηγή της αιώνιας Ζωής.

 

Κι όμως, ακόμη και εδώ δεν σταματά το βάθος του Σχεδίου. Γιατί όχι μόνο ο τόπος, αλλά και το ίδιο το ξύλο της Σταυρώσεως κρύβει μέσα του έναν ανείπωτο μυστικό αλλά και συνάμα πολύ ουσιαστικό συμβολισμό. Σύμφωνα με αρχαία ιουδαϊκή παράδοση, όταν οι τρεις Άγγελοι επισκέφτηκαν τον Αβραάμ, κατά την αναχώρησή τους άφησαν πίσω τρία ξύλινα ραβδιά, τα οποία, κατά τον λόγο τους, προέρχονταν από το ίδιο το ξύλο της γνώσεως του Καλού και του Κακού, το δέντρο εκείνο που με την παρακοή του ανθρώπου άνοιξε την πύλη του θανάτου. Ο Αβραάμ, υπακούοντας σε εντολή που του δόθηκε, τα εμπιστεύτηκε στον ανιψιό του, τον Λωτ. Του είπε να τα φυτέψει και να τα ποτίζει καθημερινά με νερό από μια μακρινή πηγή, έως ότου βλαστήσουν. Και όταν τελικά τα ραβδιά αυτά έδωσαν καρπό, φύτρωσε από αυτά ένα δέντρο παράξενο, σκληρό, δίχως καρπούς και σκιερά κλαδιά. Ένα δέντρο που οι Ισραηλίτες θεώρησαν καταραμένο, και του έδωσαν το όνομα «Δέντρο της Τιμωρίας». Για γενεές ολόκληρες, κανείς δεν το πλησίαζε, κανείς δεν το άγγιζε. Το απέφευγαν όπως αποφεύγει κανείς το σημάδι της οργής του Θεού. Παρά μόνο μία φορά χρησιμοποιήθηκε. Όταν ήρθε η ώρα να υψώσουν τον Υιό του Θεού επάνω στον Σταυρό.  Τότε, οι άρχοντες του Ισραήλ διάλεξαν να χρησιμοποιήσουν ακριβώς αυτό το ξύλο. Πίστεψαν ότι έτσι θα πρόσβαλλαν ακόμη βαθύτερα το Πρόσωπο του Ιησού, χρησιμοποιώντας για την Στάυρωση Του το καταραμένο ξύλο. Μα δεν ήξεραν, οι μωροί, ότι αυτό ακριβώς ήταν το σχέδιο του Θεού από καταβολής κόσμου. Δεν ήξεραν πως ο ίδιος ο Θεός, που από την αρχή προγνώριζε, -- και όχι προόριζε,  η διαφορά των δύο είναι χασματώδης -   την προδοσία τους, είχε ήδη αποφασίσει να μεταστρέψει το ξύλο της πτώσης σε ξύλο της σωτηρίας. Γιατί τελικά, από αυτό το ξύλο από το οποίο ξεκίνησε η αμαρτία και όρμησε ο θάνατος μέσω της παρακοής, αρκετούς αιώνες αργότερα, ξεκίνησε η σωτήρια μέσω της υπακοής και εξελίχθηκε τελικά στο Ιερό Ξύλο της αιώνιας Ζωής. Το ξύλο που αρχικά έφερε τον θάνατο, έγινε σημείο Νίκης επί του θανάτου. Και ο Κύριος, υψωμένος πάνω του, το έκανε τον θρόνο Του σπάζωντας τα δεσμά της κατάρας , μετατρέπωντας το όργανο της καταδίκης σε σύμβολο αιώνιας ελπίδας. 

Και δεν είναι μόνο αυτά. Αλλά πόσα ακόμα. Αναρίθμητα. Ο προφήτης Ιωνάς, που έμεινε τρεις ημέρες στην κοιλιά του κήτους και έπειτα αναδύθηκε ζωντανός, προεικόνισε την Ταφή και την Ανάσταση του Χριστού (βλ. Ματθ. 12:40). Ο Νώε και η Κιβωτός του, που είναι τύπος της Εκκλησίας, αυτής που σώζει μέσα από την πνευματική καταστροφή, προστατεύοντας τον λαό του Θεού από τον πνευματικό θάνατο. Η φλεγόμενη αλλά ακατάφλεκτη βάτος ενώπιον του Μωυσή είναι προτύπωση της Θεοτόκου, που δέχθηκε μέσα της τον Άκτιστο διατηρώντας την αγνότητα της. Τίποτε λοιπόν δεν είναι τυχαίο και καμία σύμπτωση δεν υπάρχει. Κάθε τι, μεγάλο ή μικρό, ιστορικό ή προσωπικό, κουβαλά μια μυστική ανταύγεια της αιωνιότητας. Και όσο πιο καθαρή γίνεται η καρδιά του ανθρώπου, τόσο πιο φανερή γίνεται αυτή η πνευματική γεωμετρία των πραγμάτων. Γιατί στον πνευματικό κόσμο τα γεγονότα δεν είναι μόνο αυτά που φαίνονται, αλλά είναι κυρίως αυτά που δεν φαίνονται ή και αρκετές φορές ακόμα και  όλα αυτά που προεικονίζονται.

Η Ιστορία λοιπόν, δεν είναι απλώς μια διαδοχή γεγονότων μέσα στον χρόνο. Δεν είναι άλλη μια καταγραφή των πολέμων, των θριάμβων ή των καταστροφών. Είναι ένας ιερός τόπος, ένας ναός εν κινήσει, όπου ο Θεός φανερώνει σταδιακά το πρόσωπό Του στον άνθρωπο και ο άνθρωπος, αν έχει καρδιά δεκτική, ανταποκρίνεται. Ο κόσμος, επομένως, δεν είναι απλώς ένας τόπος που μετρά τον χρόνο, είναι ο ιερός χώρος όπου φανερώνεται το άγγιγμα του Θεού. Είναι ο ιερός τόπος όπου ο Θεός εργάζεται καθημερίνα για τη σωτηρία του ανθρώπου. Κάθε στιγμή του, κάθε τόπος του, μπορεί να μεταμορφωθεί σε ένα προσκύνημα στην αιωνιότητα, σε ένα σκαλοπάτι από το φθαρτό προς το άφθαρτο, από το παρόν προς το αιώνιο. Και ο άνθρωπος, σε όλα αυτό δεν είναι μόνο θεατής, Είναι συνοδοιπόρος σε αυτή τη διαδρομή προς τον Ουρανό. Καλείται όχι μόνο να γνωρίζει και να εξηγεί τα γεγονότα, τα δικά του, αλλά και των άλλων, αύτά που συμβαίνουν αλλά και συνέβησαν, αλλά πολύ περισσότερο να τα ερμηνεύει εν Πνεύματι και να αναγνωρίζει το χνάρι του Θεού μέσα στις πτυχές της Ιστορίας. Γιατί η Ιστορία δεν είναι ανεξάρτητη από τη Σωτηρία. Είναι ο δρόμος προς αυτήν. Και η ζωή του ανθρώπου, ατομική ή συλλογική, είναι το πεδίο μέσα στο οποίο ο Θεός αποκαλύπτει την Αγάπη Του: άλλοτε με θαύματα, άλλοτε με πληγές, άλλοτε με ευλογίες, και συχνά με σιωπές γεμάτες προσμονή. Μόνο όποιος βλέπει την Ιστορία ως ένα ιερό Προσκύνημα στη θεία Πρόνοια, διαβαίνει από τα φαινομενικά στα βαθύτερα πνευματικά νοήματα. Και όποιος πορεύεται έτσι, δεν κινείται πλέον χαμένος στο χάος, αλλά ανεβαίνει, σκαλί-σκαλί, τη σκάλα της θείας Οικονομίας, από την πτώση, προς στην Ανάσταση, από το σκοτάδι προς στο Φως, από τη γη προς τον Ουρανό.

bottom of page